Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Στην καθημερινότητά του ο άνθρωπος χρησιμοποιεί πολλές φορές αυτές τις δυο λέξεις που αν μικρές, είναι τόσο πλούσιες σε νοήματα* όσο και εννοιολογικά φορτισμένες. Θεωρώ αναγκαίο , από την αρχή να τονίσουμε πως το «ΟΧΙ» είναι μια στάση που πολλές φορές γίνεται θέση δηλ. τοποθέτηση. Επειδή το «ΌΧΙ» μπορεί να ενοχλήσει και να δημιουργήσει προβλήματα, γι’ αυτό, αυτός που το χρησιμοποιεί, απαιτείται ο τρόπος σκέψης του να διακατέχεται από θέληση και «πολεμικό σθένος». Έτσι δεν αρκεί να έχει κανείς γνώμη, αλλά πρέπει να έχει και το θάρρος της γνώμης. Παρ’ όλα αυτά την άρνηση δηλ. το «ΌΧΙ» μπορεί να το δει κανείς από τη δική του οπτική. Καθ’ ότι είναι μια λέξη που αν και φορτισμένη, δεν σημαίνει πάντα ότι απορρίπτεις κάτι, αλλά ότι προφυλάγεσαι από κάτι.
Η άρνηση πρέπει να έχει επιχειρήματα αλλά και αποφασιστικότητα∙ ακριβώς επειδή γνωρίζουμε πως το «ΟΧΙ» μπορεί (σε πολλές περιπτώσεις) να ενοχλήσει κοινωνικά ακόμα και να δημιουργήσει προβλήματα, δηλαδή να έχει συνέπειες. Γι αυτό, αυτός που θα τοποθετηθεί αρνητικά είναι αναγκαίο να έχει την ικανότητα να σκεφτεί και την ή τις συνέπειες. Εντούτοις πολλές φορές αυτό θα σε προστατέψει από «κακοτοπιές». Να επισημάνουμε δε, πως η άρνηση με την λογική τού «δεν θέλω» ενισχύει την αυτοεκτίμηση προς τον εαυτό μας. Φαίνεται όμως πως είναι λογικότερο ένα «ΟΧΙ» εν γνώσει**, από ένα «ΝΑΙ» αμφισβητούμενο∙ προκειμένου να αποκτήσει κανείς τη συμπάθεια ακόμα και την εκτίμηση κάποιου… μια και κάθε άρνηση εμπεριέχει μια πίεση και έναν φόβο για το αν θα γίνει κάποιος αρεστός ή αποδεχτός.
Γι αυτό η κάθε άρνηση προϋποθέτει εκτός από ευελιξία και πνευματική διαύγεια, προκειμένου να κρίνουμε πότε θα την χρησιμοποιήσουμε. Και επειδή η κάθε άρνηση φέρει αρνητικό φορτίο (και) γι αυτό πρέπει να τη χρησιμοποιούμε «εν γνώσει». Να ξεχωρίζουμε λοιπόν πότε θα λέμε «ΟΧΙ». Να μη διστάζει κανείς, να λέει «ΟΧΙ» όταν όντως επιθυμεί να «πετάξει» ψηλότερα και μακρύτερα από τους ανθρώπους τής κατάφασης. Ιδιαίτερα ο άνθρωπος που ζη και βιώνει τον σημερινό κοινωνικό θάνατο, παραβλέποντας αυτό που όντως χρειάζεται ο άνθρωπος ο οποίος ζη μέσα στο «αραχνοΰφαντο πέπλο τής ψευδαίσθησης». Αντίθετα, αυτός που λέει «ΟΧΙ» στο ψεύδος και την υποκρισία της σημερινής εποχής, πρέπει να νοιώθει υπερήφανος και ευχαριστημένος που δεν μπορεί ή δεν θέλει να κρύψει αυτό που δεν αποδέχεται. Γιατί το να ζης έχει την αξία, του να μην αποδέχεσαι αυτό που θέλει να σε πεθάνει! Ούτε όμως να θεωρήσει κανείς ως αντίδοτο στην αθλιότητα την αθλιότητα! Γιατί όπως δεν αποδέχεται κανείς τον πόλεμο με τα όπλα, το ίδιο πρέπει να αντιδρά λέγοντας «ΟΧΙ» στον διασυρμό της έννοιας της πολιτικής ως ξεχωριστής και πρωτοπόρας δημιουργίας για την κοινωνική συμβίωση και την καλλιέργεια του πνεύματος.
Μέσα στο «ΟΧΙ» κρύβεται το «θέλω» ως απόδειξη και της ατομικής ελευθερίας μας. Όμως αυτό (το θέλω) κρύβει μέσα του το «πρέπει» που όπως λέει ο λαός μας «δεν είμαι σίγουρος, αλλά πρέπει». Δηλαδή το «πρέπει» μπορεί να χαρακτηριστεί ως στοιχείο ανάγκης που όμως στέκει εμπόδιο στην ελευθερία τού ανθρώπου. Γιατί το «πρέπει» που δεν είναι επιλογή δική μας, (και) μέσω αυτού μπορεί να συρρικνώνεται η ελευθερία μας αλλά και η αξιοπρέπειά μας. Γιατί κατά συντριπτικό ποσοστό το διαμορφώνουν άλλοι και είναι προϊόν ιδιοτελών συμφερόντων και σκοπιμοτήτων.
Δυστυχώς όμως η ροή της ζωής έχει κάνει τον άνθρωπο να ζη συμβατικά και περισσότερο «για τους άλλους», παρά για τον εαυτό του. Με βάση λοιπόν τη σύμβαση αυτή, της οποίας βασικό στοιχείο είναι η υποκρισία, η μάζα (σχεδόν το σύνολο) έχει αφομοιώσει το δηλητήριο τής ψευτιάς∙ και ενώ δεν μπορεί να πει ΟΧΙ στην υποκρισία και στην αλλοτρίωση, βρίσκει πολύ αιματηρά τα τσιμπήματα των εντόμων δείχνοντας υπερβολική ευαισθησία στη ζωοφιλία, και όχι στη φαρισαϊκή λογική της εκμετάλλευσης, που μέσω του ψεύδους συμβάλει στην «αθλιότητα της σημερινής εποχής» που οδηγεί στη σταύρωση το ανθρώπινο γένος.
* όχι∙ αρνητικό μόριο αντίθετο του ναι. Πρέπει γ΄ εν. προσ. του αμεταβ. ρ. πρέπω = αρμόζω, είμαι κατάλληλος, άξιος τινός.
πρέπω [προ (το σημαίνον σε σύνθεση πρωτείο) + οψ (γεν. οπός) › προ-οπ-ω › πρέπω (ο›ε), διότι στον Όμηρο σημαίνει μόνον φαίνομαι εναργώς, διακρίνομαι μεταξύ πολλών…, διαπρέπω, εξέχω, επί ήχων, οσμής, αρμόζω, ομοιάζω. Πρέπον, πρεπόντως, πρέπει, πρεπούμενος, άπρεπος, άπρεπα, απρέπεια, διαπρέπω, διαπρεπής. (Ετυμολ. λξκ. Βασδέκη, ΠΡΩΙΑΣ).
** Είναι γνωστό πως το «ΟΧΙ» έχει γίνει πολλές φορές αφορμή για συγκρούσεις και πολέμους από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας, με το «ΟΧΙ» του Πάρη στον Αγαμέμνονα το οποίο ήταν η αιτία του Τρωικού πολέμου, όπως και το «μολών λαβέ» του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Αλλά και στα νεώτερα χρόνια το «ΟΧΙ» του 1940 με τον Ελληνο- Ιταλικό πόλεμο.
knafpl@hotmail.com